ΝΕΟ ΔΟΓΜΑ στην Εθνική Άμυνα


Τα υπέρ και τα κατά στις εξαγγελίες του νέου ΥΕΘΑ
Από τα ουσιώδη στοιχεία της νέας πολιτικής είναι η ειδική αναφορά στη σκοπιμότητα «να προχωρήσει η συνεργασία σε αμυντικά θέματα, και όχι μόνο, με το κράτος του Ισραήλ»
Ο νέος υπουργός επισημαίνει ότι υψίστη προτεραιότητα της κυβερνήσεως αποτελεί η εγγύηση και ασφάλεια του κυπριακού Ελληνισμού και των ελληνικών μειονοτήτων

Τις βασικές γραμμές της πολιτικής της κυβερνήσεως στον τομέα της Άμυνας
έδωσε την Κυριακή 8 Ιουλίου στη Βουλή ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, κ. Πάνος Παναγιωτόπουλος. Αν και επρόκειτο, ως είθισται, για... γενικόλογο κείμενο, οι τοποθετήσεις του νέου ΥΕΘΑ κρίνονται γενικώς ως ορθές, παρότι δεν έλειψαν, όπως πάντα, κάποιες παραλείψεις και ασάφειες. Ασχέτως τούτου, θα πρέπει να αναφερθεί η ιδιαίτερα θετική προσέγγιση του νέου ΥΕΘΑ στον τομέα ευθύνης του και κυρίως στις Ένοπλες Δυνάμεις.

Απευθυνόμενος στους βουλευτές, ο κ. Παναγιωτόπουλος ανέφερε ότι «δεν πρέπει να επιτρέψουμε η οικονομική κρίση να μετατραπεί σε κρίση εθνικής κυριαρχίας, εθνικής ασφάλειας, κρίση εθνικής ακεραιότητας και εθνικής ανεξαρτησίας της χώρας», ενώ σε άλλο σημείο της ομιλίας του κάλεσε τους συναδέλφους του «όπως οι Ένοπλες Δυνάμεις στέκονται δίπλα στον ελληνικό λαό, έτσι πρέπει να σταθούμε κι εμείς, ως Βουλή των Ελλήνων, δίπλα στις Ένοπλες Δυνάμεις». Παρακάτω, δε, τόνισε ότι οι Ένοπλες Δυνάμεις είναι ο χώρος «που μας ενώνει, ο χώρος στον οποίο πρέπει να συναντώμεθα όλες οι πτέρυγες της Βουλής των Ελλήνων».

Το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας

Το βασικότερο στοιχείο, αν όχι και είδηση [Σ.Σ.: γιατί η πρόθεση ήταν γνωστή και επιπλέον υπήρχε στο προεκλογικό πρόγραμμα του κόμματος του για την Άμυνα] που προέκυψε από τις δηλώσεις του νέου ΥΕΘΑ ήταν η απόφαση για τη δημιουργία Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, ένα θέμα το οποίο αποτελούσε εδώ και καιρό το πάγιο αίτημα όσων ασχολούντο καθ' οιονδήποτε τρόπο με την άμυνα της χώρας. Ο κ. Παναγιωτόπουλος ανέφερε ότι το θέμα θα αποτελέσει το αντικείμενο ειδικής μελέτης, με σκοπό η χώρα να αποκτήσει ένα Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας, όπως έχουν όλες οι σύγχρονες και προηγμένες χώρες. Η διατύπωση που χρησιμοποίησε, πάντως, ήταν ασαφής και μάλλον αυτό οφείλεται στην περιληπτική αναφορά στο θέμα, διότι αυτό που περιέγραψε ήταν κάτι κοντά στα πρότυπα του ελλειμματικού θεσμού του ΚΥΣΕΑ και όχι η δημιουργία ενός κανονικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, στο οποίο θα μετέχουν ο πρωθυπουργός, οι υπουργοί Εξωτερικών, Άμυνας κ.λπ., η στρατιωτική ηγεσία, οι διοικητές της ΕΥΠ και των υπηρεσιών ασφαλείας. Διότι, όπως ανέφερε, το ΣΕΑ θα απαρτίζεται από κορυφαίους ανώτατους επιτελείς και υψηλόβαθμους υπηρεσιακούς παράγοντες και θα είναι το κατεξοχήν συμβουλευτικό όργανο χειρισμού κρίσεων κ.λπ. και όχι αυτό που βλέπουμε σε άλλες χώρες.

Όπως ήταν φυσικό, η αναφορά στην Τουρκία δεν έλειψε, επισημαίνοντας ότι «είμαστε υποχρεωμένοι να λάβουμε υπ' όψιν ότι, παρά τη φιλειρηνική διάθεση του απλού Τούρκου πολίτη, του τουρκικού λαού, υπάρχει μια ισχυρή μερίδα της ιθύνουσας πολιτικής και στρατιωτικής ελίτ στη γειτονική Τουρκία, η οποία έχει κάνει την επιλογή να αμφισβητεί με κάθε ευκαιρία εθνικά κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας μας». Απέναντι δε στη συμπεριφορά αυτή, η χώρα μας δεν μπορεί παρά να αντιτάξει μια σταθερή πολιτική αποτροπής, με ισχυρές και αξιόμαχες Ε.Δ. και με ξεκάθαρες «κόκκινες γραμμές», από τις οποίες δεν κάνουμε ούτε ένα βήμα πίσω.

Κυπριακός Ελληνισμός

Παρακάτω, ο κ. Παναγιωτόπουλος στάθηκε ιδιαίτερα και τόνισε ότι «αποτελεί υψίστη προτεραιότητα της κυβέρνησης η εγγύηση και ασφάλεια του κυπριακού Ελληνισμού και των ελληνικών μειονοτήτων - κοινοτήτων που ζουν εκτός των συνόρων της ελληνικής επικράτειας». Η θέση αυτή προέρχεται από την Πολιτική Εθνικής Άμυνας (ΠΕΑ) του 2005, η οποία, κατά πληροφορίες, είχε τροποποιηθεί με την επιχειρηθείσα αλλά ουδέποτε εγκριθείσα από το ΚΥΣΕΑ αναθεώρησή της επί υπουργίας του κ. Ευάγγελου Βενιζέλου.

Από τα ουσιώδη στοιχεία της νέας πολιτικής ήταν η ειδική αναφορά στη σκοπιμότητα «να προχωρήσει η συνεργασία σε αμυντικά θέματα, και όχι μόνο, με το κράτος του Ισραήλ, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η χώρα μας θα εγκαταλείψει και θα προδώσει τις παραδοσιακά καλές και αρμονικές σχέσεις της με τις αραβικές χώρες».

Ο κ. Παναγιωτόπουλος ανέφερε επίσης ότι θα τηρηθεί απαρέγκλιτα η ορθή λειτουργία των δομών της ιεραρχίας και ότι σε συνεργασία με τη στρατιωτική ηγεσία θα διαμορφωθούν νέα δεδομένα στην οργανωτική αλλά και την επιχειρησιακή σχεδίαση, με στόχο την ενίσχυση της αποτρεπτικής ικανότητας των Ε.Δ. και τη μετεξέλιξή τους επί τη βάσει των αρχών της κάθετης δομής διοικήσεως, της διακλαδικότητας και της διαλειτουργικότητας. Προς αυτή την κατεύθυνση, διευκρίνισε, κρίνεται απαραίτητο ο νέος εθνικός αμυντικός σχεδιασμός για τις Ε.Δ. να οδηγήσει σε λιγότερες δαπάνες για εξοπλισμούς αλλά σε πιο σύγχρονα και πιο αποτελεσματικά οπλικά συστήματα, σε μεγαλύτερη ταχύτητα και ευελιξία στο χειρισμό κρίσεων, σε ταχύτερη αντίδραση, δηλαδή σε καλύτερα και αποτελεσματικότερα ανακλαστικά και σε μείωση του λειτουργικού κόστους των Ε.Δ.

Η τελευταία θέση του νέου ΥΕΘΑ -ως διετυπώθη τουλάχιστον από το λογογράφο του, που μάλλον είναι ο ίδιος με του κ. Βενιζέλου- είναι τελείως εκτός στόχου. Τούτο ισχύει τόσο σε ό,τι αφορά στις εξοπλιστικές δαπάνες -μηδενικές σε παραγγελίες εδώ και αρκετά χρόνια, με μηδενικές παραλαβές μέχρι και το 2015-2016 και με όσα εξοπλιστικά κονδύλια αναγράφονται για την περίοδο αυτή να αναφέρονται σε ανταλλακτικά και το μεγαλύτερο μέρος τους στην εξόφληση παλαιότερων εξοπλιστικών προγραμμάτων- όσο και σε ό,τι αφορά στο οξύμωρο σχήμα να αποκτηθούν πιο σύγχρονα και αποτελεσματικά οπλικά συστήματα με λιγότερες δαπάνες για εξοπλισμούς. Το θέμα μεγάλο, όμως, όπως, π.χ., και η δήλωση για αναβάθμιση της ναυτικής και αεροπορικής ισχύος της χώρας [Σ.Σ.: Με τι χρήματα; Με αυτά που προβλέπει το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα δημοσιονομικής στρατηγικής των Ε.Δ. μέχρι το 2016;], εξ ου και θα επανέλθουμε.

Σε άλλα σημεία των δηλώσεων του, ο νέος ΥΕΘΑ ανεφέρθη στο γνωστό θέμα της αναδιοργανώσεως των Γενικών Επιτελείων, στη μείωση εκεί που χρειάζεται ή στην αναδιάταξη σχηματισμών και μονάδων, στην κατάργηση μη άμεσα χρησιμοποιούμενων στρατιωτικών εγκαταστάσεων, στην εκλογίκευση σε αριθμό και στον εκσυγχρονισμό των κέντρων εκπαιδεύσεως, θέματα που, ως γνωστόν, είναι από καιρό ώριμα και ορισμένα των οποίων είναι στο στάδιο της εφαρμογής.

Προμήθειες και ανάγκες

Ο κ. Παναγιωτόπουλος ανέφερε επίσης ότι σκοπεύει να αναδιαμορφώσει το νόμο περί προμηθειών επί το αυστηρότερον, θετικό μεν πλην, όμως, ταυτόχρονα ανησυχητικό, αν αναλογισθεί κανείς ότι από το 2004 μέχρι και σήμερα, με τρεις ενδιάμεσες αναθεωρήσεις -όλες επί τα χείρω-, ο χρόνος για κάθε αναθεώρηση πήρε κατά μέσον όρον δύο περίπου χρόνια.

Τα ίδια ανάμεικτα συναισθήματα προκαλεί και η δήλωσή του για τη συνέχιση με εντατικότερους ρυθμούς του εξορθολογισμού και του προσδιορισμού εκ νέου των απαιτήσεων και αναγκών, με βάση αποκλειστικά τεκμηριωμένες ανάγκες και προτεραιότητες, ανάλογες του σκοπού και της απειλής. Μία σημείωση και μόνο επ' αυτού: Από το 2009 μέχρι και πρόσφατα, ο προκάτοχος του εξορθολόγισε και επαναπροσδιόρισε τόσες φορές τις «πραγματικές ανάγκες» των Ε.Δ. [Σ.Σ.: με μηδενικές παραγγελίες τα τελευταία τρία χρόνια, μείωσε τις εξοπλιστικές δαπάνες της επόμενης δεκαπενταετίας κατά 70%!], με αποτέλεσμα να μην έχουμε πλέον όχι νέα οπλικά συστήματα, αλλά ούτε ανταλλακτικά! Περιττό να τονισθεί εδώ ότι οι τελευταίες στρατιωτικές ηγεσίες είχαν χάσει κάθε δυνατότητα αμυντικού σχεδιασμού με όλες αυτές τις αλλεπάλληλες αλλαγές. [Σ.Σ.: μάλλον θα πρέπει να αναζητηθεί και εδώ ο ίδιος λογογράφος...]

Η αναφορά του στη διαμόρφωση μιας νέας εγκυκλίου Εθνικού Αμυντικού Σχεδιασμού, ο οποίος τροποποιήθηκε από τον κ. Ευάγγελο Βενιζέλο, θα μπορούσε να κριθεί θετική, ιδίως αν επέστρεφε στο παλαιότερο (αναθεωρηθέν) κείμενο, το οποίο ήταν μια χαρά.

Από τις δηλώσεις του κ. Παναγιωτόπουλου έλειψαν, πάντως, δύο θέματα. Το πρώτο ήταν η έλλειψη αναφοράς στην επιτακτική ανάγκη αυξήσεως της θητείας, το οποίο μαζί με την υποχρηματοδότηση αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα των Ενόπλων Δυνάμεων. Και το δεύτερο, ότι δεν έγινε καμία επίσης αναφορά στο ζωτικής σημασίας θέμα της αμυντικής βιομηχανίας, ένα βασικό στοιχείο όχι μόνο της ισχύος των Ε.Δ., αλλά και της μειώσεως του κόστους λειτουργίας τους.

Σε γενικές, πάντως, γραμμές, οι δηλώσεις του νέου ΥΕΘΑ ικανοποίησαν, ιδίως ως προς το πνεύμα και τις διαφαινόμενες προθέσεις. Τα υπόλοιπα θα τα δούμε στην πορεία, όταν θα έχει εκλείψει το... ελαφρυντικό του σύντομου υπουργικού του βίου στη συγκεκριμένη θέση.

(ΕΠΙΚΑΙΡΑ 12/07 - 18/07/2012 – ΜΑΝΟΣ ΗΛΙΑΔΗΣ)

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις